Βιβλίο: "Μου λες πως θα γίνεις άστρο που ταξιδεύει τη νύχτα"
Γράφει ο Άγγελος Λάπας
καθηγητής φιλόλογος - συγγραφέας
Καλαμάτα, 6/7/2021
Διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το βιβλίο του Γ. Λουριδά με τον μακροσκελή τίτλο
«ΜΟΥ ΛΕΣ ΠΩΣ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΑΣΤΡΟ ΠΟΥ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΤΗ ΝΥΧΤΑ».
Ένα βιβλίο που αιφνιδιάζει με την πρωτοτυπία τόσο της κινητήριας ιδέας-έμπνευσης όσο και της ποιητικής εκτέλεσής της.
Το χαρακτήρισα καθόλου τυχαία βιβλίο ποίησης και όχι ποιητική συλλογή
γιατί τα ποιήματα του βιβλίου έχουν μια νοηματική συνέπεια και συνέχεια,
αποτελούν μια «ιστορία», εξελισσόμενο προβληματισμό
και σκέψη σε ενιαίο άξονα από την αρχή ως το τέλος και σε ποιητικό σύγχρονο λόγο.
Το κείμενο ερμηνεύει και σχολιάζει με εύστοχο τρόπο η εικονογράφηση της Εύας Γρηγοριάδου
οι εικόνες της οποίας στην ουσία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του περιεχομένου.
Ήδη στον πρόλογό του ο συγγραφέας μάς κατατοπίζει για τις συνθήκες συγγραφής:
αποκλεισμένος για καιρό από τον έξω κόσμο, «αποκλειστικά μόνος», έγραφε
-σημείωνε όπου έβρισκε, μόνταρε λέξεις και σελίδες.
Κρασί, κιθάρα και τον ουρανό τον αστροφώτιστο της Αθήνας.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως έγραφε-δημιουργούσε σε κατάσταση σχεδόν έκστασης.
Αυτές οι πληροφορίες είναι συμβατές με τον τρόπο που έχει δοθεί πνοή στις ιδέες
και τα συναισθήματα που συγκροτούν το έργο.
Προχωρώντας την ανάγνωση του βιβλίου ο αναγνώστης νιώθει πως έχει να κάνει
με έναν έντονο εσωτερικό μονόλογο του συγγραφέα, μια «εξομολόγηση» με
φιλοσοφικής υφής προβληματισμό πάνω σε ατομικές του εμπειρίες. Έχει την
αίσθηση πως βρίσκεται μπροστά σε μια διαρκή προσπάθεια του ποιητικού
υποκειμένου μέσα από αναζητήσεις, συνεχείς «μεταμορφώσεις» και μεταλλάξεις
να προσδιορίσει τον εαυτό του, να βρει την «ταυτότητά» του, τον λόγο της ύπαρξής
του. Αλλού να επανασυγκολλήσει έναν κομματιασμένο εαυτό.
Και ύστερα η απουσία, το κενό και η αγωνιώδης προσπάθεια επικοινωνίας με ένα πρόσωπο που
δεν (αντ)αποκρίνεται. Ο δημιουργός διαρκώς αναρωτιέται, αναζητά,
σχολιάζει καταστάσεις και συμπεριφορές, αποφαίνεται.
Χρησιμοποιεί γλώσσα απλή χωρίς κραυγαλέες λυρικές εξάρσεις, αν και το
περιεχόμενο - δομημένο σε επιμέρους ενότητες - είναι έντονα συναισθηματικά
φορτισμένο. Το ύφος του είναι καθαρά προσωπικό. Η χρήση του πρώτου
προσώπου, σε αρκετά σημεία και του δεύτερου, οι διάλογοι και με την
αποσπασματικότητά τους ακόμη, η αμεσότητα της έκφρασης και του λόγου, οι
ρητορικές ερωτήσεις, προσδίδουν θεατρικότητα.
Οι εικόνες, με το ανατρεπτικό τους περιεχόμενο και τη σύνθεση
καθώς και τη- σε πολλά σημεία - δραστικότητά τους
έχουν ως υπόστρωμα έναν καθαρό ποιητικό λόγο. Παράλληλα οι ανατροπές και
αιφνιδιασμοί, οι ευρηματικές μεταμορφώσεις και τα άλματα ακόμη, ενεργοποιούν
τη σκέψη του αναγνώστη και, παρά τη δυσκολία προσέγγισης σε αρκετά σημεία,
δημιουργούν ένα σύμπαν ελκυστικό προς διερεύνηση.
Το έργο σε τελική εκτίμηση, κατά τη γνώμη μου, είναι μια ειλικρινής κατάθεση
ψυχής του δημιουργού του.
Γράφει η Αντωνία Παυλάκου
φιλόλογος – επιμελήτρια κειμένων – συγγραφέας
Το βιβλίο του Γιώργου Λουριδά «Μου λες πως θα γίνεις άστρο που ταξιδεύει τη νύχτα»
αρχικά εκπλήσσει τον αναγνώστη με τον ασυνήθιστα εκτεταμένο τίτλο του.
Αυτός αποπνέει μεν ρομαντισμό, συνομιλεί δε αντιθετικά με την εικονοποιΐα του εξωφύλλου
που εναρμονίζεται περισσότερο με το περιεχόμενο του βιβλίου και λιγότερο ίσως μαζί του,
συνεισφέροντας στην αρχική έκπληξη και περαιτέρω στην πρόκληση για ανάγνωση.
Το εισαγωγικό κείμενο του συγγραφέα βοηθάει ικανοποιητικά τον αναγνώστη να κατανοήσει το πνεύμα του και τις
συνθήκες συγγραφής του έργου, το οποίο δύσκολα θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει καθαρή ποίηση.
Το συγκεκριμένο είδος γραφής κλίνει περισσότερο προς την πεζοποίηση,
αν και δεν αποκλείεται η περίπτωση να μιλάμε όχι απλώς για σύγχρονο ποιητικό λόγο
αλλά για καθαρή έκφραση μετα-μετανεοτερικότητας,
όπου τα όρια ποίησης και πεζού λόγου, και συχνά η απουσία αυτής καθεαυτής της ποιητικότητας, μπορεί και να απουσιάζουν.
Αφήνοντας κατά μέρος την αδυναμία ειδολογικής κατάταξης,
ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα σχεδόν διπλής ανάγνωσης του κειμένου,
είτε ως μιας ενιαίας νοηματικής ενότητας, είτε ως αυτόνομων κειμένων – ενοτήτων.
Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει, ακολουθείται μια νοηματική συνέχεια και συνέπεια
πάνω σε έναν προβληματισμό που έχει να κάνει με τον σύγχρονο άνθρωπο
και τη συνθήκη που καλείται ή υποχρεούται να αντιμετωπίσει σε φάσεις της ζωής του.
Ο αποκλεισμός του ποιητικού υποκειμένου από τον έξω κόσμο, με
συνειδητή ή ασυνείδητη απεμπόληση κάθε τεχνολογικού μέσου, η ελαφρά
μέθη, η μουσική, ο έναστρος ουρανός της μεγαλούπολης – συνθήκες που
μας δίνει ο ίδιος στον πρόλογό του – αποτελούν πιθανόν το κέλυφος μέσα
στο οποίο εμπνεύστηκε να μοντάρει τον συγκεκριμένο λόγο ώστε να ντύσει
τις ιδέες και τα συναισθήματά του.
Πρόκειται για έναν εσωτερικό μονόλογο
εξομολογητικού χαρακτήρα στον οποίο φαίνεται ότι ο γράφων αγωνιά να
αυτοπροσδιοριστεί, να κατανοήσει τον λόγο της ύπαρξής του, άλλοτε με
προσπάθειες κατακερματισμού και άλλοτε επανασύνδεσης των τεμαχίων
του υπαρξιακού συνόλου του, καθώς όλη η ένταση προέρχεται από έναν
άγονο αγώνα επικοινωνίας με κάποιον(α) που δεν τον συμμερίζεται (;).
Ο συγγραφέας μόνος ρωτά, σχολιάζει και εξάγει συμπεράσματα,
δομώντας τον δικό του κόσμο.
Η εικονογράφηση της Εύας Γρηγοριάδου παρακολουθεί και
ερμηνεύει σχολαστικά (μέσω της εικόνας) το κείμενο
συντείνοντας στην κατανόησή του.
Η γλώσσα είναι απλή και η θέση των λέξεων τέτοια που να
κάνει το ύφος του γράφοντος πολύ προσωπικό, κρυπτογραφικό, εντέλει δυσνόητο.
Η χρήση του πρώτου προσώπου υπηρετεί τον εσωτερικό
μονόλογο, οι διάλογοι και οι ρητορικές ερωτήσεις κάνουν τον λόγο
παραστατικό και με θεατρικότητα. Οι εικόνες που δημιουργούνται είναι
ευφάνταστα ανατρεπτικές και αιφνιδιάζουν. Η όλη έκφραση έχει
πρωτοτυπία, κεντρίζει τη σκέψη του αναγνώστη και τον ενεργοποιεί να
σκεφτεί περισσότερο παρά να σταθεί στην αισθητική απόλαυση, καθώς
συχνά δοκιμάζει τα όρια της αναγνωστικής αντοχής του για να καταφέρει να
διεισδύσει στα νοήματα του Γ. Λουριδά.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για την πολύ προσωπική σφραγίδα του
συγγραφέα σε ένα πρωτότυπο πεζοποίημα, στο οποίο
ανιχνεύεται η ψυχή και η αλήθεια του,
πρόκληση για τον αναγνώστη να διεισδύσει σε αυτές και να τις κατανοήσει.
καθηγητής φιλόλογος - συγγραφέας
Καλαμάτα, 6/7/2021
Διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το βιβλίο του Γ. Λουριδά με τον μακροσκελή τίτλο
«ΜΟΥ ΛΕΣ ΠΩΣ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΑΣΤΡΟ ΠΟΥ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΤΗ ΝΥΧΤΑ».
Ένα βιβλίο που αιφνιδιάζει με την πρωτοτυπία τόσο της κινητήριας ιδέας-έμπνευσης όσο και της ποιητικής εκτέλεσής της.
Το χαρακτήρισα καθόλου τυχαία βιβλίο ποίησης και όχι ποιητική συλλογή
γιατί τα ποιήματα του βιβλίου έχουν μια νοηματική συνέπεια και συνέχεια,
αποτελούν μια «ιστορία», εξελισσόμενο προβληματισμό
και σκέψη σε ενιαίο άξονα από την αρχή ως το τέλος και σε ποιητικό σύγχρονο λόγο.
Το κείμενο ερμηνεύει και σχολιάζει με εύστοχο τρόπο η εικονογράφηση της Εύας Γρηγοριάδου
οι εικόνες της οποίας στην ουσία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του περιεχομένου.
Ήδη στον πρόλογό του ο συγγραφέας μάς κατατοπίζει για τις συνθήκες συγγραφής:
αποκλεισμένος για καιρό από τον έξω κόσμο, «αποκλειστικά μόνος», έγραφε
-σημείωνε όπου έβρισκε, μόνταρε λέξεις και σελίδες.
Κρασί, κιθάρα και τον ουρανό τον αστροφώτιστο της Αθήνας.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως έγραφε-δημιουργούσε σε κατάσταση σχεδόν έκστασης.
Αυτές οι πληροφορίες είναι συμβατές με τον τρόπο που έχει δοθεί πνοή στις ιδέες
και τα συναισθήματα που συγκροτούν το έργο.
Προχωρώντας την ανάγνωση του βιβλίου ο αναγνώστης νιώθει πως έχει να κάνει
με έναν έντονο εσωτερικό μονόλογο του συγγραφέα, μια «εξομολόγηση» με
φιλοσοφικής υφής προβληματισμό πάνω σε ατομικές του εμπειρίες. Έχει την
αίσθηση πως βρίσκεται μπροστά σε μια διαρκή προσπάθεια του ποιητικού
υποκειμένου μέσα από αναζητήσεις, συνεχείς «μεταμορφώσεις» και μεταλλάξεις
να προσδιορίσει τον εαυτό του, να βρει την «ταυτότητά» του, τον λόγο της ύπαρξής
του. Αλλού να επανασυγκολλήσει έναν κομματιασμένο εαυτό.
Και ύστερα η απουσία, το κενό και η αγωνιώδης προσπάθεια επικοινωνίας με ένα πρόσωπο που
δεν (αντ)αποκρίνεται. Ο δημιουργός διαρκώς αναρωτιέται, αναζητά,
σχολιάζει καταστάσεις και συμπεριφορές, αποφαίνεται.
Χρησιμοποιεί γλώσσα απλή χωρίς κραυγαλέες λυρικές εξάρσεις, αν και το
περιεχόμενο - δομημένο σε επιμέρους ενότητες - είναι έντονα συναισθηματικά
φορτισμένο. Το ύφος του είναι καθαρά προσωπικό. Η χρήση του πρώτου
προσώπου, σε αρκετά σημεία και του δεύτερου, οι διάλογοι και με την
αποσπασματικότητά τους ακόμη, η αμεσότητα της έκφρασης και του λόγου, οι
ρητορικές ερωτήσεις, προσδίδουν θεατρικότητα.
Οι εικόνες, με το ανατρεπτικό τους περιεχόμενο και τη σύνθεση
καθώς και τη- σε πολλά σημεία - δραστικότητά τους
έχουν ως υπόστρωμα έναν καθαρό ποιητικό λόγο. Παράλληλα οι ανατροπές και
αιφνιδιασμοί, οι ευρηματικές μεταμορφώσεις και τα άλματα ακόμη, ενεργοποιούν
τη σκέψη του αναγνώστη και, παρά τη δυσκολία προσέγγισης σε αρκετά σημεία,
δημιουργούν ένα σύμπαν ελκυστικό προς διερεύνηση.
Το έργο σε τελική εκτίμηση, κατά τη γνώμη μου, είναι μια ειλικρινής κατάθεση
ψυχής του δημιουργού του.
Γράφει η Αντωνία Παυλάκου
φιλόλογος – επιμελήτρια κειμένων – συγγραφέας
Το βιβλίο του Γιώργου Λουριδά «Μου λες πως θα γίνεις άστρο που ταξιδεύει τη νύχτα»
αρχικά εκπλήσσει τον αναγνώστη με τον ασυνήθιστα εκτεταμένο τίτλο του.
Αυτός αποπνέει μεν ρομαντισμό, συνομιλεί δε αντιθετικά με την εικονοποιΐα του εξωφύλλου
που εναρμονίζεται περισσότερο με το περιεχόμενο του βιβλίου και λιγότερο ίσως μαζί του,
συνεισφέροντας στην αρχική έκπληξη και περαιτέρω στην πρόκληση για ανάγνωση.
Το εισαγωγικό κείμενο του συγγραφέα βοηθάει ικανοποιητικά τον αναγνώστη να κατανοήσει το πνεύμα του και τις
συνθήκες συγγραφής του έργου, το οποίο δύσκολα θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει καθαρή ποίηση.
Το συγκεκριμένο είδος γραφής κλίνει περισσότερο προς την πεζοποίηση,
αν και δεν αποκλείεται η περίπτωση να μιλάμε όχι απλώς για σύγχρονο ποιητικό λόγο
αλλά για καθαρή έκφραση μετα-μετανεοτερικότητας,
όπου τα όρια ποίησης και πεζού λόγου, και συχνά η απουσία αυτής καθεαυτής της ποιητικότητας, μπορεί και να απουσιάζουν.
Αφήνοντας κατά μέρος την αδυναμία ειδολογικής κατάταξης,
ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα σχεδόν διπλής ανάγνωσης του κειμένου,
είτε ως μιας ενιαίας νοηματικής ενότητας, είτε ως αυτόνομων κειμένων – ενοτήτων.
Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει, ακολουθείται μια νοηματική συνέχεια και συνέπεια
πάνω σε έναν προβληματισμό που έχει να κάνει με τον σύγχρονο άνθρωπο
και τη συνθήκη που καλείται ή υποχρεούται να αντιμετωπίσει σε φάσεις της ζωής του.
Ο αποκλεισμός του ποιητικού υποκειμένου από τον έξω κόσμο, με
συνειδητή ή ασυνείδητη απεμπόληση κάθε τεχνολογικού μέσου, η ελαφρά
μέθη, η μουσική, ο έναστρος ουρανός της μεγαλούπολης – συνθήκες που
μας δίνει ο ίδιος στον πρόλογό του – αποτελούν πιθανόν το κέλυφος μέσα
στο οποίο εμπνεύστηκε να μοντάρει τον συγκεκριμένο λόγο ώστε να ντύσει
τις ιδέες και τα συναισθήματά του.
Πρόκειται για έναν εσωτερικό μονόλογο
εξομολογητικού χαρακτήρα στον οποίο φαίνεται ότι ο γράφων αγωνιά να
αυτοπροσδιοριστεί, να κατανοήσει τον λόγο της ύπαρξής του, άλλοτε με
προσπάθειες κατακερματισμού και άλλοτε επανασύνδεσης των τεμαχίων
του υπαρξιακού συνόλου του, καθώς όλη η ένταση προέρχεται από έναν
άγονο αγώνα επικοινωνίας με κάποιον(α) που δεν τον συμμερίζεται (;).
Ο συγγραφέας μόνος ρωτά, σχολιάζει και εξάγει συμπεράσματα,
δομώντας τον δικό του κόσμο.
Η εικονογράφηση της Εύας Γρηγοριάδου παρακολουθεί και
ερμηνεύει σχολαστικά (μέσω της εικόνας) το κείμενο
συντείνοντας στην κατανόησή του.
Η γλώσσα είναι απλή και η θέση των λέξεων τέτοια που να
κάνει το ύφος του γράφοντος πολύ προσωπικό, κρυπτογραφικό, εντέλει δυσνόητο.
Η χρήση του πρώτου προσώπου υπηρετεί τον εσωτερικό
μονόλογο, οι διάλογοι και οι ρητορικές ερωτήσεις κάνουν τον λόγο
παραστατικό και με θεατρικότητα. Οι εικόνες που δημιουργούνται είναι
ευφάνταστα ανατρεπτικές και αιφνιδιάζουν. Η όλη έκφραση έχει
πρωτοτυπία, κεντρίζει τη σκέψη του αναγνώστη και τον ενεργοποιεί να
σκεφτεί περισσότερο παρά να σταθεί στην αισθητική απόλαυση, καθώς
συχνά δοκιμάζει τα όρια της αναγνωστικής αντοχής του για να καταφέρει να
διεισδύσει στα νοήματα του Γ. Λουριδά.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για την πολύ προσωπική σφραγίδα του
συγγραφέα σε ένα πρωτότυπο πεζοποίημα, στο οποίο
ανιχνεύεται η ψυχή και η αλήθεια του,
πρόκληση για τον αναγνώστη να διεισδύσει σε αυτές και να τις κατανοήσει.
Ταινία: "Inside the sheer nostalgia of a Lullaby"
Μαρία Ιωσηφίδη
συγγραφέας
Όμορφη ταινία με σεβασμό στους γυναικείους χαρακτήρες.
Άλλη μια ποιητική ταινία του σκηνοθέτη, με χαρακτήρες που ζουν ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα.
Τα χρώματα είναι φωτεινά και οι σκηνές είναι ζωντανές αλλά, ταυτόχρονα, όλα είναι σαν ένα όνειρο.
Τρεις γυναίκες παλεύουν με ζητήματα με τα οποία κάθε άλλη γυναίκα μπορεί να αισθανθεί συνδεδεμένη σε κάποιο βαθμό.
Ο σκηνοθέτης προσεγγίζει τους γυναικείους χαρακτήρες με πολλή ευγένεια και σεβασμό
και επιτρέπει να ακουστεί η φωνή τους.
Εκφράζουν τη σύγχυσή τους, αλλά ακόμα κι αν φαίνονται κολλημένοι στις ψευδαισθήσεις τους,
η ταινία τους δίνει χώρο να βρουν τη δύναμή τους.
Να συγκεντρωθούν όλοι μαζί και να κερδίσουν τα εσωτερικά τους εμπόδια.
Πολύ όμορφη και ειλικρινής ταινία.
συγγραφέας
Όμορφη ταινία με σεβασμό στους γυναικείους χαρακτήρες.
Άλλη μια ποιητική ταινία του σκηνοθέτη, με χαρακτήρες που ζουν ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα.
Τα χρώματα είναι φωτεινά και οι σκηνές είναι ζωντανές αλλά, ταυτόχρονα, όλα είναι σαν ένα όνειρο.
Τρεις γυναίκες παλεύουν με ζητήματα με τα οποία κάθε άλλη γυναίκα μπορεί να αισθανθεί συνδεδεμένη σε κάποιο βαθμό.
Ο σκηνοθέτης προσεγγίζει τους γυναικείους χαρακτήρες με πολλή ευγένεια και σεβασμό
και επιτρέπει να ακουστεί η φωνή τους.
Εκφράζουν τη σύγχυσή τους, αλλά ακόμα κι αν φαίνονται κολλημένοι στις ψευδαισθήσεις τους,
η ταινία τους δίνει χώρο να βρουν τη δύναμή τους.
Να συγκεντρωθούν όλοι μαζί και να κερδίσουν τα εσωτερικά τους εμπόδια.
Πολύ όμορφη και ειλικρινής ταινία.